«Λαμποκοπούν χρυσά σπαθιά / πέφτουν ντουφέκια ανάργια / Σπύρο Κρομμύδας πολεμά / με ογδόντα παλικάρια…».
Ο Σπύρος Μήτσης (Καπετάν Κρομμύδας) γεννήθηκε το 1868 στο χωριό Γερομνήμη Ιωαννίνων. Η μοίρα, αλλά και η θέλησή του, όρισαν να γίνει πρόδρομος των αγώνων για εθνική αξιοπρέπεια και ελευθερία των Ιωαννίνων...
Μικρός πήγε στα Γιάννενα, να μάθει γράμματα κι εκεί έζησε από κοντά τις αδικίες σε βάρος των Ρωμιών, τις δολοπλοκίες, τις ληστείες, τις ταπεινώσεις, τις μαστιγώσεις, τις φυλακίσεις. Αν και δεν τελείωσε το σχολείο διορίστηκε δάσκαλος στο χωριό Πεκλάρι (Πηγή) Κόνιτσας.
Είχε ζωηρό, επαναστατικό χαρακτήρα και λάτρευε τα όπλα. Το 1892, σε ηλικία 24 ετών, βγήκε στο κλαρί. Στη δίκη προσωπικών αντιπαραθέσεων με τον Μουχτάρη Βασίλη Σπανό (τον οποίο ξυλοφόρτωσε αγρίως) και τον δραγάτη Κίτσιο Ντάμα (ίσως τον δολοφόνησε για άτιμες συμπεριφορές του), έπρεπε να σωθεί από τους Τούρκους που τον κυνηγούσαν. Γύριζε στα βουνά σαν αγρίμι και ακολούθως βρέθηκε στο Βουκουρέστι.
Το 1902 γυρίζει στην Ελλάδα και δημιουργεί μικρές κλέφτικες ομάδες. Είχε συνδεθεί φιλικά με τον Αντισυνταγματάρχη Παναγιώτη Δαγκλή, που έγινε Πρόεδρος της Ηπειρωτικής Εθνικής Εταιρίας και επισκέπτετο μεταμφιεσμένος το Ελληνικό Προξενείο στα Γιάννενα. Οι Τούρκοι και οι Αρβανίτες δεν μπόρεσαν ποτέ να τον συλλάβουν και να του πάρουν το κεφάλι.
Παρεμβαίνει δυναμικά στα Δολιανά το 1905 και με τη βία επιλύει χρονίζοντα προβλήματα επαχθών χρεών των κατοίκων. Έδωσε μάχη με τους Τούρκους στο Μοναστήρι του Στομίου Κόνιτσας.
Το κίνημα των Νεοτούρκων, που ξέσπασε στη Θεσ/κη το 1908, ανάγκασε τον Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ να παραχωρήσει Σύνταγμα και να δώσει γενική αμνηστία. Ο Καπετάν Κρομμύδας εισέρχεται έφιππος με τα παλικάρια του στα Γιάννενα. Δέχεται τη φιλοξενία του Μουφτή! Αποζητούσαν την παρέα του της ανώτερης τάξης. Ο κόσμος στους δρόμους, όταν περνούσε, τον δακτυλόδειχνε. «Να! αυτός είναι ο Κρομμύδας».
Στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης στα Γιάννενα, ο Ηγούμενος Άνθιμος Κτενιάδης από την Κρήτη το 1908 όρκισε τον Καπετάν Κρομμύδα στην Ηπειρωτική Εθνική Εταιρία. Στη Μονή αυτή, που ήταν γεμάτη από κρυμμένα εφόδια πολέμου, ο φοβερός αντάρτης, ο σκληρός κλέφτης Κρομμύδας, δίδων τον όρκο, εδάκρυσε: «…Ορκίζομαι… ότι θέλω χύσει και την τελευταίαν ρανίδα του αίματός μου, προς απελευθέρωσιν της φιλτάτης πατρίδος ΗΠΕΙΡΟΥ, όταν διαταχθώ προς τούτο…». Και ο Ηγούμενος με το ράσο του σκούπιζε τα δικά του δάκρυα.
Στις 8 Σεπτεμβρίου του 1908 στο πανηγύρι της Παναγίας Παλιουρή, έφθασε ο Καπετάν Κρομμύδας. Ο κόσμος τραγουδούσε: «…Γεια σου Σπύρο και λεβέντη – τράβα στο βουνό το γλέντι. / Γεια σου Σπύρο και Κρομμύδα – πούκανες στους Τούρκους νίλα…». Χαλασμός κι ενθουσιασμός! Ντουφεκιές και ιαχές διώχνουν τους 20 Τούρκους χωροφύλακες.
Η μάχη μεταξύ Τούρκων και Καπετάν Κρομμύδα καλά κρατούσε. Η Ηπειρωτική Εθνική Εταιρία τον διέταξε να φύγει από την Ήπειρο και να πάει στην Αθήνα. Υπήκουσε, χωρίς διαμαρτυρίες.
Όμως, τον Αύγουστο του 1912 ξαναβγαίνει στο βουνό. Συναντάει τον φίλο του, τον Καπετάν Πουτέτση, τον μυθικό οπλαρχηγό της περιόδου 1907-1912. Στις 25 Σεπτεμβρίου του 1912 στο χωριό Τσούκα του Δέλβινου, ο Πουτέτσης κυκλώθηκε και σκοτώθηκε, γιομίζοντας τον Καπετάν Κρομμύδα και τον λαό με θλίψη.
Έχει δική του σημαία και δική του σφραγίδα. (Ήπειρος Ελευθέρα – Όσοι πιστοί προσέλθετε!). Ο ποιητής λαός της Ηπείρου τραγουδάει: «Λάλησε κούκε λάλησε, λάλα καημένο αηδόνι / Λάλησε στα ψηλά βουνά και στα πυκνά λαγκάδια / Λάλα και στην Παραμυθιά ψηλά μεσ’ τον Κορύλα / Ρωτάτε για το Σπύρο μας τον Καπετάν Κρομμύδα / Πούχε σημαία γαλανή με όμορφο κοντάρι / Είχε σταυρό είχε Χριστό είχε την Παναγία / Που χρόνια όλοι τον ξέραμε αρματωλό και κλέφτη / Και πολεμούσε την Τουρκιά και πάντα τη νικούσε. / Τρομάρα το ντουφέκι του και φρίκη το σπαθί του / Προξέναγε στον Τύραννο και σ’ όλους τους δικούς του. / Εβγήκ’ εφέτος στα βουνά ψηλά στα κορφοβούνια / Κλεφτόπουλα εμάζεψε παιδιά και παλληκάρια / Παιδιά της έρμης Τσαμουριάς, βλάχους της Θεσσαλίας / Παιδιά που είχαν σίδερα στις πλάτες και στα χέρια / Σαν τα λιοντάρια φαίνονταν, σαν τα θεριά φωνάζουν. / Τα μάζεψε, τα σύναξε και τάκαμε μπουλούκι / Κι ολοημερίς τα δίδασκε κι ολονυχτίς τους λέει: / – Ακούστε παλληκάρια μου και σεις παιδιά δικά μου / Δεν θέλω κλέφτες για τραγιά και κλέφτες για κριάρια / Μόν’ θέλω κλέφτες για σπαθί αντάρτες για ντουφέκι…».
Ειδοποιείται ο Καπετάν Κρομμύδας ότι μία φάλαγγα από Τούρκους έφυγε από τους Φιλιάτες με πολεμοφόδια για τα Πέντε Πηγάδια. Τους στήνει καρτέρι στα Πενταλώνια Τσαρκοβίστης με 17 παλικάρια. Με τις πρώτες μπαταριές σκοτώνουν 20 Τούρκους. Τα πολεμοφόδια όλα έπεσαν στα χέρια των Ελλήνων.
Σε άλλη μάχη στα Σκάλα Κεραμίτσας ο Καπετάν Κρομμύδας εξόντωσε όλη σχεδόν τη δύναμη των χωροφυλάκων του Τάγματος των Τουρκαλβανών, οι οποίοι διέθεταν και πυροβολικό. Οι δεκάδες νεκροί Τούρκοι ετάφησαν στους Φιλιάτες. Από τους 40 άνδρες του Κρομμύδα έχασε τη ζωή του ένα μόνο παλικάρι, ο Αναστάσιος Γκενές από την Κωστάνια Φιλιατών.
Στις 6 Οκτωβρίου 1912 η Ελλάδα κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Τουρκιάς. Ο Κρομμύδας συλλαμβάνει τη φρουρά του Παρακάλαμου, την αφοπλίζει και βάζει φωτιά στις αποθήκες της Επιμελητείας του Τούρκικου Στρατού! Πολεμά την Τουρκιά στην Άνω Πογδόριανη, στη Μόσιορη, στις Νεγράδες, στην Επαρχία Κουρέντων και αλλού. Ο Ελληνικός Στρατός φθάνει στην Ήπειρο και αναλαμβάνει δράση για την ελευθερία. Ο Κρομμύδας συνεργάζεται με τον Στρατό.
Στις αρχές του Φεβρουαρίου του 1913 το Στρατηγείο στο Εμίν Αγά δίνει εντολή στον Κρομμύδα και τον οπλαρχηγό Βασίλειο Κολοβό, να καταστρέψουν τους Μύλους της Βελτσίστας, οι οποίοι προμήθευαν με αλεύρι τους Τούρκους. Ο Διάδοχος Κων/νος άκουσε τις συνομιλίες και ερώτησε εάν το εγχείρημα αυτό μπορεί να επιτύχει. Έλαβε την εξής απάντηση: «Υψηλότατε, οι Μύλοι θα καταστραφούν οπωσδήποτε, έστω και εάν ουδείς εξ ημών πρόκειται να επανέλθει»! Ο Διάδοχος κτύπησε και τους δύο στους ώμους και είπε: «Με τέτοιους άνδρας μπορεί κανείς να κυριεύσει τον κόσμον».
Τα Γιάννενα ελευθερώθηκαν στις 21 Φεβρουαρίου 1913. Ο Κρομμύδας εξακολουθεί να μάχεται για τα ιδανικά των Ελλήνων. Λαμβάνει μέρος στον αγώνα της Βορείου Ηπείρου (1914). Έλαβε τις δέουσες τιμές. Εντάχθηκε στον Στρατό ως Ανθυπασπιστής. Πολέμησε στη Μακεδονία (1918-1919) και γυρίζει με μετάθεση στο Καλπάκι. Αφού έχασε την μονάκριβη κόρη του και είδε να αρρωσταίνει βαριά η γυναίκα του, εξέπνευσε στο Καλπάκι (1922) από καρδιακή προσβολή. Λένε ότι πριν ξεψυχήσει ζήτησε το μάλλινχερ κι έριξε δυο ντουφεκιές στον αέρα.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο συνεργάτης του στην καταστροφή των Μύλων Βελτσίστας Βασίλειος Κολοβός βρήκε τραγικό θάνατο στο Κιλκίς του 1941 από Γερμανικό τανκ, όταν με το πολεμικό του όπλο έβαλε κατά των Γερμανών.
Σπύρος Μήτσης ή Καπετάν Κρομμύδας, ένας υπέροχος Έλληνας, ένας αφανής εθνικός ήρωας…
Αυγερινός Ανδρέου
Συγγραφέας-Ποιητής
Μέλος του ΔΣ της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου