Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

Επικαλεστείτε την αυθεντία, όχι τη λογική - Η τέχνη να έχεις πάντα δίκιο

Επικαλεστείτε την αυθεντία, όχι τη λογική.
Το τέχνασμα αυτό έγκειται στην επίκληση μιας αυ­θεντίας αντί της λογικής, και μάλιστα μιας αυθεντίας ανάλογης με τις γνώσεις του αντιπάλου. Ο καθένας προτιμά να πιστέψει τυφλά μια άποψη, παρά να ασκή­σει την κρίση του. Επομένως, η υπόθεση γίνεται πιο εύκολη αν έχετε στο πλευρό σας κάποιον ειδήμονα που ο αντίπαλός σας σέβεται.
Όσο πιο περιορισμένες είναι οι ικανότητες και οι γνώσεις του αντιπάλου, τόσο περισσότερες απόψεις αυθεντι­ών μπορείτε...
 
να επικαλεστείτε
Αν όμως οι ικανότητες και οι γνώσεις του είναι υψηλού επιπέδου, τότε μπο­ρείτε να επικαλεστείτε ελάχιστες αυθεντίες επί του θέματος, στην πραγματικότητα σχεδόν καμία. Ίσως να παραδεχτεί την αυθεντία κάποιου που ασχολείται με μια επιστήμη ή μια τέχνη την οποία ο ίδιος γνωρίζει ελάχιστα, ή δεν γνωρίζει καθόλου, όμως ακόμη και τότε θα τον αντιμετωπίσει με δυσπιστία. Αντίθετα, ο κοινός άνθρωπος τρέφει μεγάλο σεβασμό για όσους φέ­ρουν μια επαγγελματική ιδιότητα. Δεν συνειδητοποιεί πως ένας επαγγελματίας δεν αγαπά το ίδιο το επάγ­γελμά του, αλλά τα χρήματα που του αποφέρει' ή ότι είναι σπάνιο να διδάσκει κανείς ένα αντικείμενο και να το κατέχει ταυτόχρονα σε βάθος — διότι, αν μελετού­σε όπως όφειλε, δεν θα είχε χρόνο να διδάσκει.

Υπάρχει πλήθος αυθεντιών που απολαμβάνουν τον σεβασμό του όχλου" αν δεν βρίσκετε να επικαλεστεί­τε κάποιον ειδήμονα πραγματικά κατάλληλο για την υπόθεσή σας, τότε επικαλεστείτε κάποιον που φαίνε­ται κατάλληλος. Μπορείτε να παραθέσετε τα λόγια που είπε κάποιος με διαφορετικό νόημα και υπό άλλες συνθήκες. Ο αντίπαλός σας έχει σε μεγαλύτερη υπό­ληψη εκείνες τις αυθεντίες τα λεγάμενα των οποίων αδυνατεί να καταλάβει. Οι απαίδευτοι έχουν την τάση να δείχνουν ιδιαίτερο σεβασμό σε αρχαιοελληνικά και λατινικά γνωμικά.

Μπορείτε επίσης, αν είναι αναγκαίο, όχι μόνο να παραποιήσετε τα λόγια μιας αυθεντίας, αλλά να τα διαστρεβλώσετε τελείως, ή να αποδώσετε στην αυ­θεντία κάτι που επινοήσατε ο ίδιος. Κατά κανόνα, ο αντίπαλος δεν έχει στη διάθεσή του βιβλία για να επα- ληθεύσει τα όσα λέτε, ενώ, ακόμα κι αν είχε, δεν θα ήξερε να τα χρησιμοποιήσει. Το καλύτερο παράδειγ­μα για το τέχνασμα αυτό είναι του Γάλλου Cure, ο οποίος, προκειμένου να μην υποχρεωθεί, όπως οι συ­μπολίτες του, να λιθοστρώσει τον δρόμο μπροστά στο σπίτι του, επικαλέστηκε ένα γνωμικό από τη Βίβλο:paveant illi, ego non pavebo. Αυτό ήταν αρκετό για να πείσει τις τοπικές αρχές.

Μπορείτε επίσης να χρησιμοποιήσετε σαν θέσφατο μια κοινή προκατάληψη, διότι οι περισσότεροι άνθρω­ποι συντάσσονται με τη θέση του Αριστοτέλη ότι μπο­ρούμε να ισχυριστούμε ως σωστό αυτό που πιστεύουν οι πολλοί.

Δεν υπάρχει γνώμη, όσο παράλογη κι αν είναι, που οι άνθρωποι να μην είναι έτοιμοι να την ασπαστούν μόλις πειστούν πως είναι κοινώς αποδεκτή. Το παρά­δειγμα των άλλων επηρεάζει τόσο τη σκέψη τους όσο και τις πράξεις τους. Είναι σαν πρόβατα που ακολου­θούν τον αρχηγό του κοπαδιού όπου τους οδηγήσει. Θα προτιμούσαν να τον ακολουθήσουν στον θάνατο παρά να σκεφτούν από μόνοι τους.

Είναι πολύ περίεργο που η γενική απήχηση μιας γνώμης έχει για τους ανθρώπους τόση βαρύτητα. Η ίδια τους η εμπειρία είναι σε θέση να τους διδάξει πως η αποδοχή μιας γνώμης γίνεται άκριτα και είναι απο­τέλεσμα μίμησης. Παρ’ όλ’ αυτά, οι ίδιοι δεν το αντι­λαμβάνονται ποτέ, καθώς δεν κατέχουν αυτογνωσία.

Για να μιλήσουμε με σοβαρότητα, η γενική απήχη­ση μιας γνώμης δεν αποτελεί απόδειξη. Στην πραγμα­τικότητα, δεν καθιστά καν πιθανή την ορθότητά της.

Όσοι ισχυρίζονται το αντίθετο πρέπει να λάβουν υπόψη τους τα παρακάτω: 
Σε βάθος χρόνου, μια κοινώς αποδεκτή γνώμη χάνει την ισχύ της' διαφορετικά, θα έπρεπε να απο­καταστήσουμε όλες τις παλαιότερες λανθασμένες απόψεις που κάποτε θεωρούνταν ως κοινά αποδε­κτές αλήθειες. Για παράδειγμα, θα έπρεπε να επα­ναφέρουμε το σύστημα του Πτολεμαίου ή να κα­θιερωθεί ξανά ο καθολικισμός στις προτεσταντικές χώρες. 
Το ίδιο αποτέλεσμα έχει και η φυσική απόσταση' αλλιώς μια συναφής κοινώς αποδεκτή γνώμη των υποστηρικτών του βουδισμού, του χριστιανισμού και του ισλάμ, θα τους έφερνε σε δύσκολη θέση. 

Αν εξετάσουμε το θέμα διεξοδικά, θα δούμε πως αυτό που αποκαλούμε κοινώς αποδεκτή γνώμη, δεν είναι παρά η γνώμη δύο ή τριών ατόμων. Αν μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε την πραγματική διαδικα­σία γέννησης μιας γνώμης, δεν θα είχαμε γι’ αυτό την παραμικρή αμφιβολία.

Θα ανακαλύπταμε ότι δεν είναι παρά δύο ή τρεις άνθρωποι που δέχτηκαν, προώθησαν και υποστήρι­ξαν την άποψη την πρώτη φορά, και ότι οι υπόλοι­ποι πίστεψαν αφελώς πως οι δυο τρεις αυτοί άνθρω­ποι την είχαν εξετάσει εξονυχιστικά προτού τη διαδώ­σουν. Ύστερα, αποδέχτηκαν τη γνώμη αυτή μερικοί επιπλέον, οι οποίοι ήταν πεπεισμένοι εξαρχής πως οι άνθρωποι που τη διέδωσαν είχαν την απαραίτητη κα­τάρτιση. Στη συνέχεια, σ’ αυτούς βασίστηκαν πολλοί άλλοι, που από οκνηρία προτίμησαν να πιστέψουν κάτι χωρίς δεύτερη σκέψη παρά να κοπιάσουν εξετάζοντας οι ίδιοι το ζήτημα. Έτσι, ο αριθμός των νωθρών και εύπιστων υποστηρικτών μεγάλωσε μέρα με τη μέρα. Μόλις η συγκεκριμένη άποψη κέρδισε ευρεία υποστή­ριξη, οι υπόλοιποι που αποφάσισαν να την ενστερνι­στούν απέδωσαν τη μεγάλη της απήχηση στην ορθότητά της. Τότε, όσοι είχαν απομείνει αναγκάστηκαν να αποδεχτούν ό,τι ήταν πλέον κοινώς αποδεκτό, προ- κειμένου να μη θεωρηθούν ταραξίες, που απαρνιούνται τις γενικώς παραδεδεγμένες απόψεις, ή θρασείς, που θεωρούν ότι είναι πιο έξυπνοι από όλους τους άλλους.

Όταν μια γνώμη φτάνει σε αυτό τον βαθμό αποδο­χής, η συγκατάνευση αποτελεί πλέον καθήκον. Από το σημείο αυτό και στο εξής, οι λίγοι που είναι ικανοί να κρίνουν θα σιωπήσουν. Μιλούν μόνο όσοι είναι πα­ντελώς ανίκανοι να σχηματίσουν οι ίδιοι οποιαδήποτε γνώμη ή κρίση, αφού παπαγαλίζουν απλώς τις από­ψεις των άλλων. Ωστόσο, υπερασπίζονται τις συγκε­κριμένες απόψεις με υπερβάλλοντα ζήλο και μισαλ­λοδοξία, καθώς αυτό που απεχθάνονται στους ανθρώ­πους που σκέφτονται με διαφορετικό τρόπο από τον δικό τους, δεν είναι τόσο οι διαφορετικές τους κρίσεις, όσο η τόλμη να θέλουν να σχηματίσουν τη δική τους άποψη. Εν ολίγοις, ελάχιστοι είναι ικανοί να σκεφτούν, όλοι όμως θέλουν να έχουν άποψη. Συνεπώς, δεν απο­μένει παρά να ενστερνιστούν έτοιμες απόψεις άλλων, αντί να σχηματίσουν τις δικές τους.

Εφόσον αυτό συμβαίνει, τι αξία έχει μια γνώμη, ακόμη κι αν έχει εκατοντάδες χιλιάδες υποστηρικτές;

Δεν είναι περισσότερο τεκμηριωμένη από ένα ιστο­ρικό γεγονός καταγεγραμμένο από εκατό ιστορικούς, οι οποίοι αποδεικνύεται πως έχουν αντιγράψει ο ένας από τον άλλον' η άποψη στο τέλος μπορεί να αποδο­θεί σε ένα και μόνο άτομο. Άλλα θα πω εγώ, άλλα εσύ, και άλλα κάποιος άλλος. Δεν πρόκειται για τίπο­τα περισσότερο από μια σειρά ισχυρισμών.

Ωστόσο, σε μια αντιπαράθεση με απλούς ανθρώ­πους, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη γενικώς πα­ραδεδεγμένη γνώμη σαν θέσφατο' είναι γενική δια­πίστωση πως, όταν οι απλοί άνθρωποι καβγαδίζουν, αυτό το όπλο επιλέγουν για να επιτεθούν στον αντί­παλό τους. Αν κάποιος καλύτερός τους είναι υποχρε­ωμένος να τους αντιμετωπίσει, καλό θα ήταν να κα­ταδεχτεί να χρησιμοποιήσει κι εκείνος το συγκεκρι­μένο όπλο, επικαλούμενος μάλιστα αυθεντίες που θα πλήξουν περισσότερο τα αδύνατα σημεία του αντιπά­λου του. Διότι ο απλός άνθρωπος είναι εξ ορισμού τόσο αναίσθητος απέναντι στα λογικά επιχειρήματα όσο και ένας άγριος, βυθισμένος στην ανικανότητα σκέ­ψης και κρίσης.

Ενώπιον ενός δικαστηρίου, οι αντιπαραθέσεις διε­ξάγονται μόνο μεταξύ αυθεντιών, καθώς έγκυρες θέ­σεις διατυπώνονται από τις αυθεντίες της νομικής επιστήμης. Η άσκηση της κρίσης έγκειται στον εντο­πισμό του νόμου ή της αρχής που μπορεί να εφαρμο­στεί στη συγκεκριμένη υπόθεση. Υπάρχει, ωστόσο, αρκετό περιθώριο και για διαλεκτική. Σε περίπτω­ση που ο νόμος δεν ταιριάζει και πολύ στην επίμαχη υπόθεση, μπορεί κανείς, αν είναι αναγκαίο, να διαστρεβλώσει είτε τον νόμο είτε την υπόθεση έως ότου φαινομενικά ταιριάξουν, μπορεί επίσης να κάνει και το αντίθετο.

Το παραπάνω κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο: "η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο" 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου