Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Είναι έτσι, όπως πρέπει, αυθεντικά, ατόφια και αγνά τα πανηγύρια μας;

Το ηπειρώτικο πανηγύρι είναι η ατομική ψυχή, η υφασμένη στην πλάση, το προσωπικό βάσανο αλλά και βάλσαμο των Ηπειρωτών, το μεράκι, ο σεβασμός «σ’ όσους πέρασαν», η σύνθεση των βιωμάτων, από μικρά παιδιά και η πορεία στην αναζήτηση της ομορφιάς. Συνδέονται όλα με την Ήπειρο, με τον τόπο μας, εκεί όπου γεννηθήκαμε, εκεί όπου κυλάει πάντα το αίμα μας. Και είμαστε περήφανοι, αλλά και πλούσιοι από το σεβασμό των μεταμορφώσεών του -το παλιό που γίνεται νέο- από τη λειτουργία των σκιών, των χρωμάτων, των ήχων στις ρεματιές…
Στα πανηγύρια τα μετουσιώνουμε. 
Στα πανηγύρια οι Ηπειρώτες τραγούδησαν, τραγουδούν και εκφράζουν την ικανοποίησή τους, την ευχαρίστηση και την αγαλλίασή τους, για την απόδοση της δουλειάς τους, για τον κάματο και τον ίδρωτά τους.


Έτσι, όπως πρέπει, αυθεντικά, ατόφια και αγνά να είναι τα πανηγύρια μας.

Είναι;

«Η νύχτα θερίζει με χρωματιστό δρεπάνι τους ακίνητους ανέμους της ψυχής»

Το ηπειρώτικο πανηγύρι. Η ηπειρώτικη παράδοση

Αληθινά κακοποιημένες λέξεις.

Μαζί με την καλοκαιρινή ραστώνη, μακριά από το Αυγουστιάτικο Αθηναϊκό καύμα, στα χωριά, κάτω από τα πλατάνια, τα ελάτια και τα δασόσκιωτα ισκιώματα, -πέρα από τα καθιερωμένα- στήνονται και έκτακτα πανηγύρια, όπου αχολογούν οι ρεματιές από την κλαρινόπληκτη Ιτιά και τον παραπονιάρη Σελήμπεη.

Κι όλα αυτά τα ονομάζουμε παράδοση! Τακτικά και έκτακτα πανηγύρια αποκτούν και τον προσδιορισμό του “Παραδοσιακού”. Το παραδοσιακό πανηγύρι τ' Άι 'Λιος, της Αγίας Παρασκευής, της Παναγίας και πάει λέγοντας.

Τα σουβλάκια των 80 ή 60 γραμμαρίων -ανάλογα με το φιλότιμο των διοργανωτών-, τα νάιλον τραπεζομάντιλα, οι πλαστικές καρέκλες, οι μπίρες Ουαλίας, όλα αυτά συμφυρόμενα με τους ήχους του“παραδοσιακού άσματος” “πώς χορεύουν τα καγκέλια τα κορίτσια με τα μέλια» καθαρή συνέχεια του ντιπιντάει, ντιπιντάει, ντιπιντάει, συνθέτουν το παραδοσιακό τζέρτζελο των πανηγυριών.

Κι όσο κι αν θέλουμε να δικαιολογήσουμε την κατάσταση αυτή η σύγχρονη πραγματικότητα δεν αφορά το φαρμάκι που μας πότισε -άδολα πολλές φορές- το μελαχρινάκι ή και οι απειλές του εκασταχού καψούρα:

Κάτω απ' το σπίτι του θα 'ρθω και θα σε πάρω μακριά του

Δε σ' αγαπάει όπως εγώ τι θέλεις μες στην αγκαλιά του.

Κι όλα αυτά ενίοτε γίνονται με τη συμμετοχή, τη διοργάνωση ή και την ανοχή διάφορων πολιτιστικών συλλόγων, αρκούντως χρηματοδοτούμενων από τους Δήμους, ανάλογα φυσικά με το cone κάθε Προέδρου και κάθε παράγοντα.

“Ήμουνα νιος και γέρασα κι ασπρίσαν τα μαλλιά μου”.

Και τα μαλλιά μου άσπρισαν και την παράδοσή μας την μαύρισαν... Γιατί η παράδοση έχει ασφαλώς σχέση με τον πολιτισμό. Και πολιτισμός είναι η νίκη κατά των αδυναμιών του ανθρώπου. Μια από τις αδυναμίες είναι και η ψυχαγωγία. Τα πανηγύρια, εκτός των άλλων υπηρετούσαν και αυτό το σκοπό.

Υπηρετούσαν... Δεν υπηρετούν. Εξυπηρετούν.

Με μικρές φωτεινές εξαιρέσεις τα πανηγύρια κατάντησαν “αιτία κονόμας” και μέθοδος απόκτησης κέρδους.

Κι ας φωνάζουν, όσοι έζησαν και υπηρέτησαν σ' όλη τη ζωή τους την παράδοση.

«Παράδοση και τραγούδι τα καλύτερά μας όπλα”

Προκειμένου να εξαρθεί «κοσμολογικά» η γυναικεία ομορφιά στο δημοτικό τραγούδι τότε συγκρίνεται με τα δυο άστρα. Ήλιο και Φεγγάρι.

Εσύ είσαι ένας ήλιος,

φεγγάρι λαμπερό,

που θάμπωσες το φως μου

και δεν μπορώ να διω.

Να δούμε και τα εμπορικά κατασκευάσματα:

Λάι, λάι, λάι, λάι, λάι,

λάι, λάι, λάι, λάι, λάι.

Αγαπώ ένα μωρό,

νταχτιρντί, νταχτιρντί και πω πω πω,

τ’ αγκαλιάζω, το φιλώ, το φιλώ, το φιλώ.

Παίζονται, ακούγονται και χορεύονται αβέρτα στα πανηγύρια μας...

Εκεί, κάτω από τους ήχους της ηλεκτρικής κιθάρας, του αρμόνιου, του ντραμς κ.ο.κ., σε μια ατμόσφαιρα τσικνισμένη πανταχόθεν, έτσι ώστε να δημιουργηθεί το “πανηγυριάτικο νέφος”, αμπ'δάν αρκουδοειδώς, αφού κατευθύνονται ρυθμικά και “μελωδικά” από το άσμα: 

“Κούκλα μου μην επιμένεις, σε παρακαλώ,

άλλα χείλη γυναικεία δεν ξαναφιλώ.

Αυτά τα μέτζελα και τα τζέρτζελα, αυτά τα σουργούνια, αυτές τις σιαμουνίκλες, που τα μαζεύουμε από την Αθήνα, τα αλλουκουτσμένα, θα μας κάνουν τα πανηγύρια; Είσαι θεομουρλαμένος… Αυτά είναι σούργελα. Μην έρθ’ κανένας από παραπέρα. Θα γίνουμε σουργούν’. Δεν είναι πανηγύρια αυτά. Είναι αρπαχτές του κάθε εμπόρου. Το πανηγύρι είναι ο καθρέφτης του χωριού. Αυτά θα έλεγε και η γιαγιά μου. 

Και βέβαια η Ηπειρώτικη παράδοση δεν θα μπορούσε να μην ακολουθήσει τη μοίρα της παράδοσης των υπόλοιπων περιοχών της πατρίδας μας...

ΠΛΗΡΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ

Ας το καταλάβουμε πως

Αν αρκεστούμε ότι παράδοση είναι τα πανηγύρια, τα κοντοσούβλια και τα κουτάκια μπίρες ας ετοιμαστούμε να αποχαιρετίσουμε την Αλεξάνδρεια που φεύγει! ....

Παράδοση τελικά δεν είναι μόνο το τραγούδι, ο χορός και το τσίπουρο. Είναι τρόπος και στάση, ζωής και σκέψης. Είναι η διατήρηση της φυσικής ομορφιάς και των μνημείων της Ηπειρώτικης τέχνης. Κάτι που οι μέχρι τώρα κρατούντες, φρόντισαν, "τη βοηθεία και φροντίδι" των αστικών ΜΜΕ - εργολάβων, αλλά και του διαδικτύου, να εκφυλίσουν, να αλλοιώσουν και τελικά να την εκμηδενίσουν......

Με λίγα λόγια κοράκια …

Για σιγά όμως. Κάπου ακούω τη φωνή του Παλαμά.

Κάλλιο φυτρώστε, αγριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,

κάλλιο φουσκώστε, πόταμοι και κάλλιο ανοίχτε τάφοι,

και, δυναμίτη, βρόντηξε και σιγοστάλαξε αίμα,

παρά σε πύργους άρχοντας και σε ναούς το Ψέμα.

Και είναι φωνή, ατόφια ελληνική, γνήσια και ορθή!

Αν είναι να χτίσουμε πύργους ή να λειτουργήσουμε ναούς, θρονιάζοντας εκεί μια ψεύτικη παράδοση, δεν χρειάζεται! Κακό κάνουμε. Κάτι παραπάνω. Είμαστε ιερόσυλοι!

«…φυτρώστε, ουρλιάστε, φουσκώστε…»

Πληθυντικός αριθμός. Πολύ σωστά, γιατί η λαϊκή παράδοση περιλαμβάνει το σύνολο των έργων ή δραστηριοτήτων που εκφράζουν το λαό της και χαρακτηρίζεται από την ανωνυμία και τη συλλογικότητα.

Με εξαίρεση φωτεινές περιπτώσεις, αν τη βρει κανείς αυτή τη συλλογικότητα, «να μού σφυρίξει κλέφτικα».

Η παράδοση «φορτώνεται» από την πρωτεύουσα και μεταφέρεται, όπου δει ή μάλλον όπου «οικονομεί». Και βεβαίως, να τα νταούλια, να οι καραγκούνες, να και τα αμπδήματα που θα έλεγε και η γιαγιά μου. Και έτσι πιστεύουμε ότι υπηρετούμε την παράδοση. Θα έρθουν οι άρχοντες, θα χειροκροτήσουν οι αρχόμενοι, θα εκδοθεί και δελτίο τύπου που θα αναφέρει ότι ο τάδε ή η τάδε παρευρέθη.

Και θα πάνε όλοι καλλιά τους.

Είμαστε όλοι μας υπεύθυνοι.

Χρειάζεται ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ. Και η αντίσταση καλό θα είναι να αρχίσει από εμάς τους ίδιους

Καψαλιστήκαμε για τα καλά κυρίες και κύριοι.

Σκρούμπος γίναμε.

Θλίψη μας πιάνει, όταν στα υποτιθέμενα ηπειρώτικα πανηγύρια, και εδώ στην πρωτεύουσα, όταν βλέπεις μια ορχήστρα με ντραμς, ηλεκτρική κιθάρα και αρμόνιο να καθορίζουν δήθεν τα ηπειρώτικα ακούσματα και να μεταλαμπαδεύουν τάχα την ηπειρώτικη παράδοση στην Αττική.

Πώς και με τι θα στήσεις το χοροστάσι και πού θα βρεις το “ηπειρώτικο λιακωτό”; (Με το αρμόνιο;)

Πού θα βρεις τα δασωμένα ζάβατα και πώς και γιατί σαν πέσει το σκοτάδι θα σε χαιρετήσουν τ’ αστέρια με την έκφραση της περήφανης φτώχειας και του γενναίου, πλην όμως αποφασιστικού ηπειρώτικου ανασασμού; (Θα λακίσουν από τους ήχους της ηλεκτρικής κιθάρας).

Πώς θα ευωδιάζεται η ατμόσφαιρα από τη λουλουδιασμένη ιτιά, όπως την «περιγράφει» το κλαρίνο; ( Αποκόβεται από τον τόπο της. Αιτία το ντραμς).

Γιατί πρέπει να το καταλάβουμε…

Μοιροκαμένοι οι Ηπειρώτες, πάντα μοιρολογούν, σε κάθε συναπάντημά τους.

▪Την ξενιτιά.

▪Τους αποθανόντας συγγενείς και φίλους.

Πάντα

Συνοδεύουν το παράπονο των νεκρών:

«Καλά τό χουνε τα βουνά, καλόμοιρ' ειν' οι κάμποι,

που Χάρο δεν παντέχουνε, Χάρο δεν καρτερούνε,

το καλοκαίρι πρόβατα και το χειμώνα χιόνια».

Και για να λέμε και αλήθειες

Πάντα το ηπειρώτικο πανηγύρι ξεκινά με το μοιρολόγι. Σ' αυτό συμφύρονται η ζωή και o θάνατος, το πένθος και η χαρά

(Μέσα από την ηχητική μυσταγωγία της δωρικής πεντατονικής αρμονίας γιατί, κύριοι των πολιτιστικών Συλλόγων μάς υποχρεώνετε να μοιρολογήσουμε την ΠΑΡΑΔΟΣΗ).

Εμείς, ξέρουμε:

(Στα πρωτοφανέρωτα μνημούρια(!!!), «ανάβουμε τη λαμπάδα μας»)

Μνημόσυνο αληθινό που μετατρέπεται σε ερωτική πράξη, τελετουργία, θρησκευτική επαφή, επίπονη κι ασταμάτητη προσπάθεια ανίχνευσης κι αποκάλυψης, μνήμης και προφητείας.

Και γι' αυτό μπορεί να παρατηρήσει κάποιος ότι σ' αυτές τις “μνημονικές τελετές”, στα πανηγύρια..

παίζει το κλαρίνο «αργά», ύστερα «πιο αργά» και στο τέλος «ακίνητα».

Και ο χορός δίχως φιγούρες εγωλατρίας, αληθινή εκδήλωση ενδιάθετης βούλησης.

Και «βαράει» για τα καλά το συναίσθημα, που εκδηλώνεται με το κλάμα. Κλάμα να δουν τα μάτια σας. 
Κλάμα στα πανηγύρια, μόνο οι ηπειρώτες το συνηθίζουν… Είναι, όμως, τόσο εκφραστικό, τόσο λυτρωτικό! Τόσο όμορφο!

Εδώ, όμως, τι να κλάψουμε;

Την κατάντια του ηπειρώτικου πανηγυριού; 


Χρίστος Τούμπουρος

3 σχόλια:

  1. Για ποιο Ηπειρώτικο πανηγύρι μιλάει το παραπάνω θέμα ..στο Πωγώνι τα πανηγύρια γίνονται όπως πριν 100 και πλέον χρόνια χωρίς καλαμάκια 80 γρμ. ..παραδοσιακά ..οπότε ας μην μιλάμε με γενικότητες,γαιτί οι αδελφότητες στο πολύπαθο Πωγώνι τα κρατάνε ίδια όπως παλιά με νύχια και με δόντια αλλά και με αγάπη...Σημειωτέον δεν ανήκω σε καμμία αδελφότητα

    ΑπάντησηΔιαγραφή